- ενοργάνωση
- η(μουσ.)1. η κατανομή των μερών μουσικού έργου στα διάφορα όργανα της ορχήστρας.2. η τέχνη που διδάσκει τους νόμους και κανόνες αυτής της κατανομής.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.